
Του Γιάννη Χαλκιαδάκη. Σε μια σειρά από προτεραιότητες, για το φυσικό αέριο, τη πράσινη μετάβαση, τις εξαγωγές και τα δίκτυα, αλλά και τη πολιτική που θα ακολουθήσει στα κρίσιμα κεφάλαια της ενέργειας, εστιάζει ο νέος υφυπουργός ΠΕΝ Νίκος Τσάφος, σε μια συζήτηση με το δημοσιογράφο Michael Liebreich στο podcast Cieaning Up που δημοσιοποιήθηκε προτού αναλάβει τη νέα του θέση.
Στην τοποθέτησή του ο κ. Τσάφος περιγράφει μια ενεργειακή πολιτική, έχοντας μεν στο επίκεντρο τις ΑΠΕ, δίνοντας όμως προτεραιότητα στις διασυνδέσεις και τα δίκτυα, βάζοντας ταυτόχρονα φρένο στην αλόγιστη παραγωγή ενέργειας.
Μιλώντας για την ΕΕ, κάνει λόγο για την ανάγκη μιας πιο ρεαλιστικής κλιματικής πολιτικής που θα «συμβαδίζει» με τη γεωπολιτική και τη στρατηγική της αυτονομία, δηλαδή την παραγωγή ενέργειας και τεχνολογίας εντός των συνόρων της, που με τη σειρά του μεταφράζεται σε περισσότερο πραγματισμό, εξέλιξη που όπως λέει, πρέπει να ισχύσει και στην Ελλάδα, λέγοντας ότι:
«Από τη πλευρά μας, πρέπει και εδώ στην Ελλάδα να σκεφτούμε πιο στρατηγικά το φυσικό αέριο, πώς θα διασφαλίζουμε τους ενεργειακούς μας πόρους», επισημαίνοντας την ανάγκη αξιοποίησης των εγχώριων ενεργειακών πόρων, δηλαδή των κοιτασμάτων υδρογοναθράκων.
Ειδικότερα, αφού η κυβέρνηση στρέφεται προς τα εκεί, ειδικά σε μια παγκόσμια συγκυρία, όπου η ιστορία της ενεργειακής μετάβασης ξαναγράφεται, τοποθετώντας πολύ ψηλά το φυσικό αέριο, όχι μόνο ως «συνδετικό» καύσιμο, αλλά ως βασικό συστατικό ενός αποτελεσματικού ενεργειακού μείγματος, τι στιγμή που αν ο ένας πυλώνας του μείγματος είναι το φυσικό αέριο, ο άλλος είναι οι ΑΠΕ, καθώς όσο περισσότερες έχουμε, τόσο περισσότερο θα μειώνουμε τη χρήση του αερίου.
Βέβαια, στο κομμάτι των ΑΠΕ ο νέος υφυπουργός, επαναλαμβάνει τη σημασία του να είναι η Ελλάδα καθαρός εξαγωγέας ενέργειας, όπως συνέβη το 2024, που δείχνει ότι έχουμε καταφέρει να έχουμε φθηνότερες τιμές από τους γείτονές, αφού αν ήμασταν ακόμα εισαγωγικοί, οι τιμές μας θα ήταν αρκετά ψηλότερες και πολύ απλά δεν θα μπορούσαμε να εξάγουμε.
Ωστόσο ο λόγος για τον οποίο ανέβηκαν οι τιμές, πρώτα πέρυσι το καλοκαίρι στην ΝΑ Ευρώπη και μετά το χειμώνα σε ολόκληρη την γηραιά ΄ήπειρο, ήταν η έλλειψη ενέργειας τις ώρες που οι ΑΠΕ υπολειτουργούν, δηλαδή, όταν πέφτει ο ήλιος τους θερινούς μήνες ή όταν παύει να φυσάει τους χειμερινούς.
Όμως εδώ έρχεται η ανάγκη για καλύτερη λειτουργία του διασυνοριακού εμπορίου, οι στρεβλώσεις του οποίου πυροδότησαν τη μίνι ενεργειακή κρίση του καλοκαιριού, στη ΝΑ Ευρώπη, με το θέμα να αποκτά πανευρωπαϊκά χαρακτηριστικά μέσα στο χειμώνα, ενώ βλέπει σαν μεγαλύτερες προκλήσεις την εξισορρόπηση των ΑΠΕ μέσω του διασυνοριακού εμπορίου και τη λειτουργία στη πράξη της κοινής αγοράς ενέργειας ως ενιαίας και όχι 27 ξεχωριστές εθνικές αγορές, σημειώνοντας πως:
«Χρειαζόμαστε μια αγορά που δεν θα αποτελείται από 27 εθνικά σχέδια συνδεδεμένα μεταξύ τους, αλλά από ένα ενιαίο σχέδιο που θα αξιοποιεί τα ενεργειακά πλεονεκτήματα της ΕΕ. Τα υδροηλεκτρικά, τα πυρηνικά, τα υπεράκτια αιολικά, τα φωτοβολταϊκά. Δεν είμαστε ακόμη εκεί, ούτε είναι εύκολο να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, ωστόσο εκεί βρίσκεται η ουσία».
Για να προσθέσει τη σημασία του έχει και το μήνυμα ότι δεν είναι καθόλου σίγουρος πως χρειαζόμαστε άλλη υπερβάλλουσα παραγωγή ενέργειας, ωστόσο σίγουρα θα ήθελε να δει περισσότερες επενδύσεις στις διασυνδέσεις, αλλά στην ουσία αυτό που τονίζει είναι ότι δεν μπορεί να συνεχίζουμε να κατασκευάζουμε μαζικά φωτοβολταϊκά και αιολικά και ξαφνικά να συνειδητοποιούμε ότι δεν έχουμε τα δίκτυα που χρειαζόμαστε για να «εκμεταλλευτούμε» όλη αυτή την ενέργεια.