
ΧA: Ψήφος εμπιστοσύνης από JP Morgan, Morgan Stanley, Goldman Sachs & Jefferies
Του Γιάννη Χαλκιαδάκη. Ψήφο εμπιστοσύνης δίνουν για το 2023 στην Ελλάδα, μετά το συνέδριο του Χρηματιστηρίου Αθηνών στο Λονδίνο, δημοσιοποιώντας σχετικά report με μία κοινή συνισταμένη, τέσσερις αμερικανικοί επενδυτικοί οίκοι, οι Morgan Stanley, Goldman Sachs, Jefferies και JP Morgan Chase, με τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο Jamie Dimon.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, εκτιμάται πως η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να κινείται ανοδικά, γιατί έχει περισσότερες αντοχές σε σχέση με τις άλλες της Ευρωζώνης, αποτιμώντας το πλήγμα από την ενεργειακή κρίση και τον πληθωρισμό, απονέμοντας τα εύσημα στις τράπεζες για την εξυγίανση των ισολογισμών τους, ενώ εξηγούν γιατί η ελληνική αγορά μπορεί να προσφέρει υψηλότερες αποδόσεις σε σχέση με τον επενδυτικό κίνδυνο που ενσωματώνει.
Ειδικότερα, η JP Morgan τοποθετείται θετικά προς την Ελλάδα, ύστερα από πέντε χρόνια, παρά την «ουδέτερη σύσταση», εντός της αναδυόμενης Ευρώπης, με τη χώρα μας να υφίσταται λιγότερες επιπτώσεις από τις αντίστοιχες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου, ενώ οι προοπτικές ανάπτυξης για το επόμενο έτος φαίνονται σταθερές, καθώς τα κεφάλαια της Ε.Ε. θα παίξουν τον ρόλο τους.
Βέβαια, η εξυγίανση των τραπεζών έχει σε μεγάλο βαθμό ολοκληρωθεί, οι θέσεις των ξένων επενδυτικών κεφαλαίων είναι ακόμη μικρές, αλλά η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη αποτελεί πρόβλημα και το μέγεθος της αγοράς είναι μικρό, ενώ παρά την «ουδέτερη σύσταση» για την Ελλάδα, η JPM εντός της αναδυόμενης Ευρώπης προτιμά την χώρα μας με τη δική της ανάπτυξη. Συγκεκριμένα, η μετοχή της Αlpha Bank είναι στις κορυφαίες επιλογές του οίκου μετά το 2014 για την περιοχή της Κεντρικής, Ανατολικής Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής (CEEMEA). Παράλληλα, η τιμή-στόχος για τον δείκτη MSCI Greece είναι 18,4 μονάδες από 17 μονάδες και ανοδικό περιθώριο 8%. Στο καλό σενάριο, ο δείκτης μπορεί να ανέλθει έως και 15%, ενώ στο κακό σενάριο το περιθώριο πτώσης είναι 25%.
Η αγορά αποτιμάται με 11,5 φορές τον δείκτη P/E, με τη JPM να διευκρινίζει: «Έχουμε αφήσει την Ελλάδα στην άκρη όσον αφορά τη στρατηγική μας για τη ζώνη της CEEMEA τα τελευταία δύο χρόνια. Ήταν και εξακολουθεί να είναι ένα μικρό μέρος των αγορών που παρακολουθούμε, με ποσοστό 2,1% του δείκτη MSCI EMEA και 0,30% του EM». Υπενθυμίζεται ότι το 2017, στο τελευταίο της report για την Ελλάδα, την είχε χαρακτηρίσει μια αγορά με ρίσκο. Σήμερα, όμως, η JPM έχει κάποιες ισχυρότερες απόψεις, καθώς: «Οι ισολογισμοί των τραπεζών έχουν καθαρίσει με επιτυχία, επιτέλους, και το μακροοικονομικό σκηνικό είναι θετικό και πιο ανθεκτικό στην ευρωπαϊκή ύφεση απ’ ότι το μεγαλύτερο μέρος των Tσεχία, Πολωνία και Ουγγαρία (CE3)».
Από την πλευρά της, η Morgan Stanley, πιστεύει πως η «ανταμοιβή κινδύνου» στην Ελλάδα είναι η πιο ελκυστική, ενώ στη λίστα με τις «Banks: Financials’ Finest List», περιλαμβάνεται η μετοχή της Eurobank, με τις επιλογές της από τις παγκόσμιες τράπεζες (Global top pick), ενώ η έτερη επιλογή της από τον εγχώριο τραπεζικό κλάδο είναι η Τράπεζα Πειραιώς. Η προτίμηση της MS για την Ελλάδα έναντι της Ουγγαρίας και της Πολωνίας οφείλεται σε: 1) Χαμηλότερη έκθεση σε πιθανή επιβράδυνση στην Ευρώπη, δεδομένης της μικρότερης εξάρτησης από το εμπόριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 2) Μια υποστηρικτική προοπτική για την ανάπτυξη των μακροοικονομικών μεγεθών και των δανείων που καθοδηγούνται από τα Ταμεία Ανάκαμψης της Ε.Ε., τα οποία συνεχίζουν να προχωρούν καλά.
Σύμφωνα με την αμερικανική επενδυτική τράπεζα:«Η Ελλάδα προσφέρει σχετική ανθεκτικότητα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, με συνεχιζόμενη ανάπτυξη του δανεισμού. Η επέκταση του καθαρού περιθωρίου από τόκους (NIM) για τις ελληνικές τράπεζες έχει μόλις αρχίσει με τις πρόσφατες αυξήσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ και αναμένουμε ανοδικές τάσεις για τα περιθώρια κέρδους το 2023». Για να προσθέσει: «Το 2023 βλέπουμε τρία στοιχεία να καθοδηγούν τα θεμελιώδη μεγέθη και τις επιδόσεις στην ευρύτερη περιοχή: μακροοικονομικά δεδομένα, περιθώρια κέρδους και πολλαπλασιαστές αποτίμησης. Η Μέση Ανατολή προσφέρει διαρθρωτική ανάπτυξη, αλλά αν επικρατήσουν αντίθετοι άνεμοι στα περιθώρια κέρδους, η υπεραπόδοση μπορεί να επιβραδυνθεί. Η σχέση κινδύνου-απόδοσης στην Ελλάδα φαίνεται πιο ελκυστική, η Πολωνία εξακολουθεί να προσφέρει άνοδο, ενώ με περιορισμένη πτώση και ρευστότητα κινείται η Νότια Αφρική».
Όσον αφορά τη Goldman Sachs, αυτή εμφανίζεται ως «Ταύρος», για την Ελλάδα, για την οικονομία μας και για την επενδυτική βαθμίδα το 2023, τοποθετώντας για φέτος τιμή-στόχο τις 995 μονάδες, με τον οίκο να προβλέπει μεγαλύτερη ανάπτυξη για τη χώρα απ’ ότι για την ευρωζώνη. Μάλιστα, η αμερικανική τράπεζα είναι αισιόδοξη για την ελληνική οικονομία, που συνεχίζει να βελτιώνεται, σε αντίθεση με την Ευρωζώνη, που θα εισέλθει σε ύφεση το 2023, ενώ σε αντίθεση με το consensus, προβλέπει ότι αυξάνεται η πιθανότητα η Ελλάδα να αποκτήσει το status της επενδυτικής βαθμίδας και να επανέλθει πλήρως στις αγορές κρατικών ομολόγων στις αρχές του επόμενου έτους.
Ωστόσο, τα σημαντικά δημοσιονομικά μέτρα που σχετίζονται με την ενέργεια βοηθούν το γενικό επίπεδο του πληθωρισμού να παραμείνει κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης στην Ελλάδα, όμως από την άλλη, ο πυρήνας του πληθωρισμού στην χώρα μας βρίσκεται πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, γεγονός που συνάδει με μια επίμονη ώθηση στην ονομαστική ανάπτυξη. Ταυτοχρόνως, η χαμηλότερη επίπτωση της ενεργειακής κρίσης στην Ελλάδα αντανακλάται και στις προοπτικές ανάπτυξης, με την ελληνική οικονομία να συνεχίζει να βελτιώνεται και μετά την ισχυρότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο ανάπτυξη το 2022. Όμως, αναμένεται να συνεχίσει να έχει καλύτερες επιδόσεις από τη ζώνη του ευρώ το 2023 και το 2024, με την Ε.Ε. και το ΔΝΤ να προβλέπουν αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 1,3% στην Ελλάδα έναντι της πρόβλεψης της Goldman Sachs για -0,1% για τη ζώνη του ευρώ.
Αναφορικά με την αμερικανική Jefferies, επισημαίνεται πως η Ελλάδα ξεχωρίζει με το παράδειγμα της και με τη σύσταση να είναι θετική «Bullish» για την αγορά και το 2023. Σύμφωνα με τον οίκο, προβλέπεται πως η οικονομία το 2022 θα κινηθεί με ρυθμό ανάπτυξης 5,2% αλλά το 2023 η ανάπτυξη θα μειωθεί σε 1,81%, προτού ανακάμψει σε 2,18% το 2024. Αλλά, η ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ, θα είναι εντυπωσιακή, με +14,4% φέτος, +5% το 2023 και +3,8% το 2024, επιτρέποντας στον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ να μειωθεί σημαντικά, ενώ σε όρους αποτιμήσεων, η αγορά αποτιμάται σε 7,4 φορές σε όρους πολλαπλασιαστή κερδοφορίας για τους επόμενους 12 μήνες και μόλις 0,88 φορές σε όρους αποτιμήσεων λογιστικής αξίας P/BV, με τη μερισματική απόδοση να είναι στο 4,8%. Βάσει της Factset και της Jefferies,οι δείκτες αποτίμησης συνολικά τοποθετούν τον δείκτη MSCI Greece σε ιδιαίτερα ελκυστική θέση, γεγονός που δικαιολογεί και την bullish σύσταση της Jefferies για τις εγχώριες μετοχές, με τον οίκο να τονίζει:
«Από την άλλη, ενώ η αγορά μετοχών εμφανίζει θετικές αναθεωρήσεις κερδών, έχει αρχίσει να φαίνεται λίγο ακριβή σε σχέση με τα ομόλογα. Ανάλογα, ορισμένοι από τους μακροοικονομικούς παράγοντες εξακολουθούν να εμφανίζουν ανισορροπία, αλλά παρ’ όλα αυτά διατηρούμε την αξιολόγηση “bullish” για την Ελλάδα». Καταλήγοντας, ότι: «Για να είμαστε δίκαιοι, η Ελλάδα είναι μία από τις λίγες οικονομίες που καλύπτουμε, η οποία έχει πραγματοποιήσει μεταρρυθμίσεις. Στην τελευταία επισκόπηση διαβούλευσης του ΔΝΤ (Ιούνιος) τονίζεται ότι οι μεταρρυθμίσεις προχώρησαν σε διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της ψηφιοποίησης, των ιδιωτικοποιήσεων, της βελτίωσης στο μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής και την αποκατάσταση των τραπεζικών ισολογισμών. Η Ελλάδα ολοκλήρωσε την πρόωρη πληρωμή όλων των εκκρεμών πιστώσεων του ΔΝΤ τον Απρίλιο, γεγονός που τερματίζει τη μετα-χρηματοδοτική αξιολόγηση».