1. Home
  2. Το πρωτοσέλιδο
  3. Ανάπτυξη 2,3% και πληθωρισμό 2,8%, αναμένει φέτος η ΤτΕ, με Πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ
Ανάπτυξη 2,3% και πληθωρισμό 2,8%, αναμένει φέτος η ΤτΕ, με Πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ

Ανάπτυξη 2,3% και πληθωρισμό 2,8%, αναμένει φέτος η ΤτΕ, με Πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ

0

Στην ανάγκη υλοποίησης των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων με στόχο την ενίσχυση της ευημερίας, αλλά και  την ιστορική ευκαιρία να ολοκληρώσει τον μετασχηματισμό της οικονομίας της, συγκλίνοντας προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, εστίασε ο διοικητής  της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας, από το βήμα της Ετήσιας Γενικής Συνέλευσης της Τράπεζας.

Σύμφωνα με τον ίδιο: «Το γεγονός ότι χρειάστηκαν 13 χρόνια για να ανακτήσει η χώρα την επενδυτική βαθμίδα υποδηλώνει ότι η εμπιστοσύνη και η αξιοπιστία στην άσκηση οικονομικής πολιτικής είναι κρίσιμοι παράγοντες που ανακτώνται πολύ δύσκολα αν χαθούν».

Για να προσθέσει πως: «Πολιτική σταθερότητα, δημοσιονομική σταθερότητα, χρηματοπιστωτική σταθερότητα είναι δημόσια αγαθά και πρέπει να διαφυλαχθούν ως κόρη οφθαλμού ειδικά στην Ελλάδα».Μιλώντας  για τον τραπεζικό κλάδο, είπε ότι η ΤτΕ αποτιμά θετικά την αποεπένδυση του Δημοσίου από τις συστημικές τράπεζες, εξέλιξη  που επιβεβαιώνεται από την προσέλευση  αξιόπιστων θεσμικών επενδυτών, λέγοντας ότι:

«Η συγκυρία της αποεπένδυσης του ΤΧΣ από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες με επιτυχείς όρους είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή, λόγω του θετικού κλίματος που επικρατεί για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, παρά το περιβάλλον αυξημένης διεθνούς αβεβαιότητας και ενισχυμένων γεωπολιτικών κινδύνων».

Αναφορικά με τις προκλήσεις για τον κλάδο, ο κ. Στουρνάρας,  στάθηκε στην ανάγκη βελτίωσης της κεφαλαιακής τους βάσης μέσω διατήρησης της οργανικής κερδοφορίας τους, κάνοντας ειδική αναφορά στην αναβαλλόμενη φορολογία που συνιστά μεγάλο μέρος των εποπτικών τους κεφαλαίων.

Συνεχίζοντας την ομιλία του ο κεντρικός τραπεζίτης, αναφέρθηκε στην ανάγκη ταχύτερης μείωσης του δείκτη NPEs που παραμένει σε υψηλότερα επίπεδα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, σχολιάζοντας θετικά  τη δημιουργία του πέμπτου τραπεζικού πόλου, η οποία θα συμβάλλει στην ενίσχυση του ανταγωνισμού στον κλάδο.

Πιο αναλυτικά, ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας 2,3% για το 2024, από 2% το 2023 και πληθωρισμό 2,8%, από 4,2% πέρυσι,  προβλέπει, εξάλλου στην έκθεσή του, ο κ.  Στουρνάρας, σημειώνοντας  στην ομιλία του, πως ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας προβλέπεται να επιταχυνθεί το 2024 σε 2,3%, πολύ πάνω από το μέσο όρο της ευρωζώνης.

Όσον αφορά την  ιδιωτική κατανάλωση,  θα συνεχίσουν οι επενδύσεις,  να αποτελούν βασικές κινητήριες δυνάμεις της ανάπτυξης,  ενώ οριακά αρνητική θα είναι η συμβολή του εξωτερικού τομέα, καθώς η έντονη επενδυτική δραστηριότητα θα αυξήσει σημαντικά τις εισαγωγές, με τον  τομέα του τουρισμού, να  παρουσιάζει και φέτος θετικές προοπτικές, παρά τη διεθνή αβεβαιότητα.

Παράλληλα, ο γενικός πληθωρισμός αναμένεται να υποχωρήσει κι άλλο το 2024 στο 2,8%, καθώς όλες οι επιμέρους συνιστώσες εμφανίζουν τάσεις αποκλιμάκωσης, παρά το κλίμα αβεβαιότητας που δημιουργούν οι γεωπολιτικές εξελίξεις, ενώ στο δημοσιονομικό πεδίο, η ΤτΕ εκτιμά ότι το 2024 το πρωτογενές πλεόνασμα θα αυξηθεί σε 2,1% του ΑΕΠ.

Βέβαια, η βελτίωση αυτή εξηγείται κυρίως από την προβλεπόμενη αύξηση των φορολογικών εσόδων και των εσόδων από ασφαλιστικές εισφορές λόγω του ισχυρού ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας.

Επιπλέον, το δημόσιο χρέος προβλέπεται να αποκλιμακωθεί περαιτέρω σε 152,3% του ΑΕΠ το 2024, με βραδύτερο ρυθμό σε σχέση με τα προηγούμενα τρία έτη, καθώς η μείωση του πληθωρισμού αναμένεται να αντισταθμίσει τόσο την επιτάχυνση του πραγματικού ΑΕΠ όσο και τη μειωτική επίδραση από τη διεύρυνση του πρωτογενούς πλεονάσματος. Επίσης,  προβλέπεται μείωση του δημόσιου χρέους σε ονομαστικούς όρους για πρώτη φορά από το 2019.

Όσον αφορά τις προοπτικές του χρηματοπιστωτικού τομέα ο  κεντρικός τραπεζίτης, σημείωσε πως: «Το 2024 θα δημιουργηθούν οι συνθήκες για μείωση των εγχώριων τραπεζικών επιτοκίων, καθώς ο πληθωρισμός θα αποκλιμακώνεται σταδιακά και τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα αρχίσουν να μειώνονται».

Αναφορικά με το  ρυθμό της πιστωτικής επέκτασης,  αρχικά θα συνεχίσει να επηρεάζεται αρνητικά από τις προγενέστερες αυξήσεις των δανειακών επιτοκίων, ενώ στη συνέχεια, η διατήρηση ή η ενδεχόμενη μείωση του επιπέδου των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ θα επιδράσει θετικά στην πιστωτική επέκταση αλλά προοδευτικά, λόγω των εκτιμώμενων χρονικών υστερήσεων.

Ωστόσο η αναμενόμενη επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας και η προσδοκώμενη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, σε συνδυασμό με την πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις και τον τυχόν μεγαλύτερο βαθμό ενσωμάτωσης των αυξημένων επιτοκίων πολιτικής στα εγχώρια επιτόκια καταθέσεων, θα συμβάλουν σε περαιτέρω αύξηση των τραπεζικών καταθέσεων.

Τέλος, αναφορικά με τις  εκτιμήσεις για τα θεμελιώδη μεγέθη των τραπεζικών ιδρυμάτων  που είναι θετικές,  στην περαιτέρω βελτίωση των επιδόσεων των τραπεζών, αναμένεται να βοηθήσει η συγκράτηση του κόστους χρηματοδότησής τους, εν μέσω συνέχισης των εκδόσεων τραπεζικών ομολόγων, η οποία επίσης συμβάλλει στη διατήρηση της κερδοφορίας των τραπεζών.