
Έχοντας 2 δισ. ευρώ διαθέσιμα, περιμένει την κατάλληλη ευκαιρία για εξαγορά η Εθνική Τράπεζα
Του Γιάννη Χαλκιαδάκη. Για τη σταθερά ενισχυμένη πορεία της Εθνικής Τράπεζας σε όλους του τομείς, αξιοποιώντας την αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας, τον ισχυρό ισολογισμό και τον επιτυχημένο ψηφιακό και λειτουργικό μετασχηματισμό, έκανε λόγο ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας, Παύλος Μυλωνάς, με τη δημοσιοποίηση των οικονομικών αποτελεσμάτων.
Μάλιστα ο ίδιος, κατά την τηλεδιάσκεψη που είχε με αναλυτές διεθνών και ελληνικών οίκων, αναφέρθηκε στη δύναμη πυρός άνω των 2 δισ. ευρώ που διαθέτει η Εθνική από πλεονάζον κεφάλαιο και μπορεί να την αξιοποιήσει για εξαγορές στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, ώστε να εκμεταλλευτεί ευκαιρίες, υπολογίζοντας να διαθέσει μέχρι 60% των κερδών σε μερίσματα στην τριετία 2025-2027.
Συγκεκριμένα, ο κ. Μυλωνάς μιλώντας για τις εξαγορές είπε ότι: «Έχουμε τη δύναμη πυρός, έχουμε την αυτοπειθαρχία και περιμένουμε να βρούμε την ευκαιρία που θα προσθέσει αξία για τους μετόχους».
Συνεχίζοντας ο κ. Χριστοδούλου, μίλησε για τη πιθανή εξαγορά και τη διανομή μερισμάτων στους μετόχους, που αποτελούν σημεία κλειδιά σε ένα επεκτατικό πλάνο ανάπτυξης στην τριετία 2025-2027 που έχει δημιουργήσει η Εθνική Τράπεζα, με στόχο να αξιοποιήσει τις μεγάλες καταθέσεις που διαθέτει, τα 57 δισ. ευρώ των καταθέσεων, το μικρό ποσοστό των προθεσμιακών που είναι περίπου 18%, το δείκτη ρευστότητας LCR 260% και το δείκτη δανείων προς καταθέσεις στο 60%.
Παράλληλα, αναφέρθηκε πως η τράπεζα έχει μειώσει τα κόκκινα δάνεια στο 2,6% το 2024 και στοχεύει να τα μειώσει στο 2% μέχρι το τέλος του 2027, κάνοντας λόγο για την αγορά δανείων που έχουν εξυγιανθεί και μπορούν να επιστρέψουν στο τραπεζικό σύστημα και είναι σε συζήτηση με τους αυστηρούς ελεγκτικούς μηχανισμούς, θέλοντας να διασφαλίσουν την ποιότητα των δανείων, που θα επανέλθουν σε ισολογισμούς τραπεζών.
Τέλος, προβλέπεται πως το περιθώριο επιτοκίων θα παραμείνει στις 280 μονάδες βάσης και θα μειωθεί αργότερα σε 200 μονάδες, αναμένοντας και έσοδα από τόκους 2,3 δισ. ευρώ το 2027, με τη κερδοφορία RoTE να εκτιμάται ότι θα κυμανθεί υψηλά πάνω από 14% το 2027.
Όσον αφορά την Εθνική Ασφαλιστική, ο κ. Μυλωνάς δεν θέλησε να απαντήσει, ενώ για την Τράπεζα Κύπρου, επανέλαβε ότι: «Περιμένουμε την κατάλληλη ευκαιρία και αναζητούμε συναλλαγές που θα συμβάλουν στην αύξηση της αξίας για τους μετόχους με αιχμή την αύξηση του μεγέθους, στην τεχνολογία και στην ενέργεια».
Πιο αναλυτικά, η αύξηση στα καθαρά έσοδα από τόκους κατά +4% σε ετήσια βάση το 2024 αντανακλά εν μέρει την εντυπωσιακή πιστωτική επέκταση (>€3 δισ. αύξηση στα εξυπηρετούμενα δάνεια ετησίως) και την ανθεκτικότητα έναντι των μειούμενων επιτοκίων Euribor (~100 μ.β. μείωση στο τέλος του 2024 σε σχέση με το τέλος του 2023). Το Δ’ τρίμηνο 2024, τα καθαρά επιτοκιακά έσοδα μειώθηκαν κατά -2% σε τριμηνιαία βάση, καθώς η αρνητική επίπτωση της μείωσης των επιτοκίων προηγήθηκε της ισχυρής αύξησης δανείων προς το τέλος του Δ’ τριμήνου 2024
Η διατήρηση της δυναμικής των εσόδων από προμήθειες (+12% σε ετήσια βάση), με αιχμή του δόρατος τις σταυροειδείς πωλήσεις επενδυτικών προϊόντων (+47% σε ετήσια βάση), με εντυπωσιακή αύξηση του μεριδίου αγοράς μας στα αμοιβαία κεφάλαια (ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια:+6 π.μ., σύνολο: +4 π.μ.), καθώς και την ισχυρή αύξηση των προμηθειών χορηγήσεων, ιδίως στην Εταιρική Τραπεζική (+14% σε ετήσια βάση)
Το 2024, οι επαναλαμβανόμενες λειτουργικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά +5% ετησίως, αντανακλώντας το στρατηγικό σχέδιο επενδύσεων της Τράπεζας στον τομέα της πληροφορικής και τις υψηλότερες αμοιβές. Ο δείκτης κόστους προς οργανικά έσοδα διαμορφώθηκε στο ~32%, εντός του στόχου <33%.
Το κόστος πιστωτικού κινδύνου διαμορφώθηκε στις 53 μ.β. το 2024 (49 μ.β. το Δ’ τρίμηνο 2024), αντανακλώντας τις ευνοϊκές τάσεις στην ποιότητα του δανειακού μας χαρτοφυλακίου και ο δείκτης απόδοσης ιδίων κεφαλαίων διαμορφώθηκε στο 17,5%, χωρίς αναπροσαρμογή επί του υπερβάλλοντος κεφαλαίου CET1 άνω του εσωτερικού μας στόχου ύψους 14%.
Ισχυρός και υψηλής ρευστότητας Ισολογισμός, χρηματοδοτούμενος κυρίως από καταθέσεις όψεως και ταμιευτηρίου
Το 2024, η αύξηση των εξυπηρετούμενων δάνειων ανήλθε σε επίπεδα ρεκόρ των €3,1 δισ. σε ετήσια βάση, υπερβαίνοντας σημαντικά τους στόχους μας
Οι εκταμιεύσεις δανείων ξεπέρασαν τα €9 δισ. το 2024, ενισχυμένες κατά +31% σε ετήσια βάση, ως αποτέλεσμα της ισχυρής ανάπτυξης στις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις, τη χρηματοδότηση έργων και τη ναυτιλία. Οι εκταμιεύσεις Λιανικής Τραπεζικής αυξήθηκαν κατά +30% ετησίως σε €1,5 δισ. το 2024, με ηγετικά μερίδια αγοράς στη νέα παραγωγή (στεγαστικά: ~32%, καταναλωτικά: ~25%, μικρές επιχειρήσεις: ~26% το 2024)
Παρά τη μείωση των μέσων επιτοκίων το Δ’ τρίμηνο 2024 (-57 μ.β. στο μέσο τριμηνιαίο επιτόκιο Euribor), η αρνητική επίπτωση της τιμολόγησης δανείων-καταθέσεων στα καθαρά επιτοκιακά έσοδα απορροφήθηκε από την αντιστάθμιση των καταθέσεων πελατών (hedging) και το βελτιωμένο μείγμα καταθέσεων
Με τα επιτόκια της ΕΚΤ σε πτωτική πορεία, η Τράπεζα χρησιμοποιεί τα ισχυρά ταμειακά της διαθέσιμα για να αυξήσει τη θέση της σε χρεόγραφα σταθερής απόδοσης (+€3,2 δισ. το 2024).
Ο δείκτης ΜΕΑ διαμορφώθηκε σε 2,6% σε επίπεδο Ομίλου, μειωμένος κατά -1,2 π.μ. ετησίως, με το δείκτη κάλυψης ΜΕΑ να αγγίζει το 100%
Ελλείψει καθαρών νέων ροών ΜΕΑ, το κόστος πιστωτικού κινδύνου ομαλοποιήθηκε περαιτέρω σε επίπεδα λίγο υψηλότερα των 50 μ.β. το 2024
Τα υπόλοιπα ΜΕΑ διαμορφώθηκαν σε επίπεδα κάτω του €1 δισ. Ο δείκτης κάλυψης ΜΕΑ από σωρευμένες προβλέψεις ανήλθε σε 98%, με τον δείκτη κάλυψης των δανείων του Σταδίου 3 στο 56%.
Ο δείκτης CET1 ανήλθε σε 18,3%, με το Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας να διαμορφώνεται σε 21,1%
Ο δείκτης CET1 αυξήθηκε κατά +0,5 π.μ. ετησίως σε 18,3%, απορροφώντας την αύξηση της πρόβλεψης για διανομή από τα κέρδη του 2024 σε 50%4 από 40% το εννεάμηνο, καθώς και την ισχυρή αύξηση των σταθμισμένων στοιχείων του Ενεργητικού λόγω της ενίσχυσης των δανείων κυρίως στο Δ’ τρίμηνο 2025.
Ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας ανήλθε σε 21,5%, ενισχυμένος κατά +1 π.μ. σε ετήσια βάση και ο δείκτης MREL του Ομίλου διαμορφώθηκε σε 28,0%, εκπληρώνοντας την τελικό στόχο MREL ύψους 26,8% νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα.